Γεωπολιτική
ρευστότητα
και
νεο-οθωμανικός επεκτατισμός
Του
Γεωργίου Παπασίμου
Site:
http://www.gpapasimos.gr/ Twitter:
@PapasimosG
Η
προαναγγελθείσα ιταμή απόφαση Ερντογάν
για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί
αποτελεί κορυφαία συμβολική πράξη του
νέο-οθωμανικού αναθεωρητισμού και της
τουρκικής επιθετικότητας. Η ενέργεια
αυτή, πέραν των εσωτερικών κομματικών
στοχεύσεων στο συντηρητικό ισλαμικό
ακροατήριο Ερντογάν – Μπαχλετζί, συνιστά
καίριο χτύπημα σε οτιδήποτε απέμεινε
από την προσπάθεια του Κεμάλ Ατατούρκ
για τη δημιουργία ενός κοσμικού κράτους.
Στο
ερώτημα που τίθεται εύλογα, για το πού
οφείλεται αυτός ο εντεινόμενος τουρκικός
επεκτατισμός μέσω του νεο-οθωμανικού
αναθεωρητισμού στην ευρύτερη περιοχή
της Μέσης Ανατολής και της Λεκάνης της
Μεσογείου, η απάντηση δεν είναι
μονοδιάστατη. Μπορεί όμως να στοιχειοθετηθεί
σε δύο κυρίως πυλώνες:
Ο
πρώτος είναι η υφή και η δομή του τουρκικού
κράτους, που έχει ως γενέθλια πράξη
σύστασης τη Συνθήκη της Λωζάνης του
1923. Παρά την μετατροπή της σε κοσμικό
κράτος από τον Κεμάλ Ατατούρκ,
προσανατολισμένο στη δύση, στο βαθύ
τουρκικό κράτος από την πρώτη στιγμή
επωάζονταν πάντα οι επεκτατικές
αντιλήψεις για τον ρόλο και την προοπτική
της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης
και εν δυνάμει διαδόχου της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας (χαρακτηριστικός είναι
ο μυστικός
ιερός όρκος που έδωσαν τα τότε μέλη του
κοινοβουλίου περί αλλαγής αυτών των
συνόρων, με βάση την πρότερη Οθωμανική
Αυτοκρατορία).
Οι
συγκαλυμμένες αυτές επιδιώξεις του
κεμαλικού κατεστημένου μετατράπηκαν
σε ουρανομήκεις δηλώσεις του σημερινού
τουρκικού κατεστημένου υπό τον Ερντογάν,
ενσωματώνοντας στη νέα κατεύθυνση, τόσο
το κεμαλικό κατεστημένο, που επέστρεψε
στο βαθύ κράτος από το 2014 μετά τον
ισλαμικό εμφύλιο μεταξύ Ερντογάν και
Γκιουνές, όσο και τους ακροδεξιούς
εθνικιστές Γκρίζους Λύκους. Έτσι, κάτω
από το ιδεολογικό στρατήγημα του
νεο-οθωμανισμού συνυπάρχουν οι παραπάνω
εθνικιστικοί κύκλοι μαζί με τους
νέο-ισλαμιστές εθνικιστές, που
οραματίζονται την αναβίωση της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας.
Ειδικότερα,
μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του
2016 το πολιτικό εποικοδόμημα της Τουρκίας
μεταμορφώθηκε σε ένα προσωποπαγές
μιλιταριστικό αυταρχικό κράτος, με
στόχο την αναβίωση του οθωμανικού
οράματος και παράλληλα την προσωπική
υπερκέραση του Κεμάλ από τον Ερντογάν
και τη μετατροπή του σε χαλίφη στους
ευρύτερους σουνιτικούς μουσουλμανικούς
πληθυσμούς. Τον σκοπό αυτό υπηρετεί και
η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
Κεντρικός
καμβάς της σημερινής τουρκικής στρατηγικής
είναι ότι τίποτα δεν μπορεί να υλοποιηθεί
στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής
και της Λεκάνης της Μεσογείου χωρίς τη
συμμετοχή της Τουρκίας, ακόμα και αν
αυτό απαιτεί τη χρήση στρατιωτικής βίας
και την παντελώς αυθαίρετη ερμηνεία
του διεθνούς δικαίου, που καταλήγει σε
μόνιμη παραβίαση αυτού.
Αυτοί
οι διατυπούμενοι μαξιμαλιστικοί στόχοι
από την πλευρά της Άγκυρας αντιμετωπίσθηκαν
από την ελληνική πολιτική εξουσία ως
δήθεν αντανάκλαση των εσωτερικών
προβλημάτων της, που φροντίζει να τα
εξάγει μέσω των επιθετικών ενεργειών
της. Η εκτίμηση αυτή είναι παντελώς
εσφαλμένη, και ειδικότερα στην περίπτωση
της Ελλάδος οφείλεται στο φοβικό σύνδρομο
και την κατευναστική αντίληψη όλων των
κυβερνήσεων της Ελλάδος κατά την περίοδο
της Μεταπολίτευσης, πλην της εξαίρεσης
των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου,
αφού πρόκειται για μια στοχευμένη
στρατηγική, που υποστηρίζεται από την
ισχυροποίηση των ενόπλων δυνάμεών της,
τη σημαντική μεγέθυνση των εξοπλισμών,
ιδιαίτερα στη θάλασσα και τη μεγέθυνση
της πολεμικής της βιομηχανίας.
Είναι
χαρακτηριστική επ’ αυτού η δήλωση του
Ερντογάν, ότι: «η
Δημοκρατία της Τουρκίας, όπως και τα
προηγούμενα κράτη μας, που ήταν το ένα
συνέχεια του άλλου, είναι συνέχεια των
Οθωμανών. Κάποιοι με επιμονή προσπαθούν
να ξεκινούν την ιστορία της χώρας μας
το 1923. Κάποιοι θέλουν αδυσώπητα να μας
ξεκόψουν από τις ρίζες μας και από τις
αρχαίες μας αξίες. Η μεγάλη εικόνα είναι
αυτή που δίνει χαρακτήρα και μνήμη σε
ένα έθνος».
Ο
δεύτερος πυλώνας, που εξηγεί την
απροκάλυπτη αναθεωρητική πολιτική της
Τουρκίας και τις στρατιωτικές της
επεμβάσεις σε Συρία, Ιράκ και Λιβύη, την
επέκταση της επιρροής της σε αραβικές
χώρες, όπως το Κατάρ και σε χώρες της
Αφρικής, καθώς και την προσπάθεια
υφαρπαγής τεράστιων θαλασσίων ζωνών
από την Ελλάδα και την Κύπρο, στο Αιγαίο
και στη Λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου,
είναι η εντεινόμενη ρευστότητα στην
παγκόσμια διεθνή σκηνή. Ρευστότητα, που
συνδέεται με το λεγόμενο «φθινόπωρο
της αμερικανικής ηγεμονίας», δηλαδή τη
συνεχή φθορά και μείωση της ισχύος των
Η.Π.Α. σε οικονομικό, πολιτικό και
στρατιωτικό επίπεδο την τελευταία
δεκαετία, εισερχόμενες αυτές στην
περίοδο παρακμής τους όσον αφορά τον
ρόλο που είχαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο ως ηγεμονική οργανώτρια δύναμη
στη Δύση έως το 1989 και στη συνέχεια, μετά
την κατάρρευση της Ε.Σ.Σ.Δ., σε παγκόσμιο
επίπεδο.
Η
υποχώρηση των Η.Π.Α. στη παγκόσμια διεθνή
σκηνή είναι ολοφάνερη στο «καζάνι» της
Μέσης Ανατολής, όπου είχαν για δεκαετίες
τον αποκλειστικά πρωταγωνιστικό ρόλο,
και στην λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου.
Αφού υποκίνησαν τη λεγόμενη «αραβική
άνοιξη» με συνέπεια να διαλυθούν χώρες,
όπως η Λιβύη και η Συρία (η Αίγυπτος
γλύτωσε «παρά τρίχα» από τα «νύχια» των
Αδερφών Μουσουλμάνων), στη συνέχεια
υποχώρησαν από το προσκήνιο. Αυτό το
κενό ισχύος στη Μέση Ανατολή, καθώς και
το τεράστιο προσφυγικό πρόβλημα, που
δημιουργήθηκε πρωτίστως από τον βρώμικο
πόλεμο της Συρίας, αποτέλεσε σημαντική
ευκαιρία στους Νεο-οθωμανούς, προσδίδοντας
έτσι σε αυτούς μεγάλη γεωπολιτική αξία.
Με
την εργαλειοποίηση του προσφυγικού η
Τουρκία έχει πετύχει για τα συμφέροντά
της εξαιρετικά αποτελέσματα. Πέραν των
σημαντικών οικονομικών πόρων, που
εξασφάλισε και θα εξασφαλίσει από την
Ε.Ε., το προσφυγικό αποτελεί διαχρονικό
εργαλείο πίεσης και εκβιασμού της
Ευρώπης και ειδικότερα της Γερμανίας,
η οποία, πέραν της παραδοσιακής
γερμανο-τουρκικής φιλίας, εκβιάζεται
υποδορίως από τον Ερντογάν μέσω αυτού.
Το προσφυγικό, άλλωστε, χρησιμοποιείται
ως υβριδικός πόλεμος για τη συνεχή φθορά
της Ελλάδος και τη δημιουργία σοβαρών
εσωτερικών προβλημάτων, εξαιτίας των
μεγάλων ροών κυρίως μουσουλμανικών
πληθυσμών στα νησιά του Βορείου και
Ανατολικού Αιγαίου και σε όλη την Ελλάδα.
Είναι προφανές, ότι η μακροπρόθεσμη
στόχευση των Νεο-οθωμανών είναι
η παγίωση μεγάλων πληθυσμιακών
μουσουλμανικών κοινοτήτων στον άξονα
Θράκης – Νησιών Βορείου και Ανατολικού
Αιγαίου, έτσι ώστε σε αυτή την περίπτωση
να εμφανίζονται ως προστάτες – εγγυητές
των δικαιωμάτων τους. Με τον τρόπο αυτό
επιδιώκουν τη «ρευστοποίηση» των συνόρων
της με την Ελλάδα, όπως έχουν, ήδη, πετύχει
ως τώρα στη Συρία, στοχεύοντας έτσι στην
ουσιαστική αλλαγή των συνόρων, που
χαράχθηκαν και επισημοποιήθηκαν με τη
Συνθήκη της Λωζάνης το 1923.
Παράλληλα,
με την αξιοποίηση του κενού ισχύος στην
Μέση Ανατολή, η Τουρκία έχει μετατραπεί
σε σοβαρό περιφερειακό παίκτη στις
περιπτώσεις της Συρίας και του Ιράκ,
ενισχύοντας τις σχέσεις της με τη Ρωσία,
που αποτελεί και τον διάδοχο των Η.Π.Α.
σε ισχύ στην περιοχή. Αυτή η δυναμική
και η αίσθηση ελευθερίας για διάπραξη
κάθε είδους διεθνούς παρανομίας από
τον τουρκικό στρατό (είσοδος και κατάληψη
εδαφών της Συρίας, είσοδος στο Βόρειο
Ιράκ, αυθαίρετες γεωτρήσεις στην ΑΟΖ
της Κύπρου), αφού δεν υπάρχει στο σημερινό
διεθνές σύστημα κάποιος και κάτι που
να μπορεί να εμποδίσει αυτές τις διεθνείς
παρανομίες, έχουν ως αποτέλεσμα την
έξαρση της επιθετικότητας του τουρκικού
μιλιταρισμού. Τελευταία πράξη αυτού
είναι η αποστολή στη Λιβύη σημαντικού
στρατιωτικού υλικού και χιλιάδων
ισλαμιστών μισθοφόρων στο πλευρό Σάρατζ,
επιδιώκοντας με την κίνηση αυτή αφενός
την αξιοποίηση των τεράστιων ενεργειακών
πόρων της Λιβύης και την χρησιμοποίηση
των συναλλαγματικών της αποθεμάτων (80
δις δολάρια), που τη βοήθησαν να
ανταπεξέλθει στη δεινή της οικονομική
κρίση και αφετέρου την μετατροπή της
Μεσογείου σε «τουρκική λίμνη», με το
παράνομο τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, κάτι
που θα αποτελέσει ασφυκτική λαβίδα για
τον Ελληνισμό στην ευρύτερη περιοχή.
Παρατηρούμε
δηλαδή την υλοποίηση του στρατηγικού
σχεδίου των Νεο-οθωμανών, που είναι η
επέκταση της Τουρκίας στον «αφρο-ευρασιακό»
χώρο, κάτι που αποτελούσε τον κεντρικό
διακηρυγμένο στόχο του ιδεολογικού
ινστρούχτορα των Νεο-οθωμανών Αχμέτ
Νταβούτογλου.