"Το σπίτι της οδού Ψαρών 54"
Από Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
-
Το σπίτι της οδού Ψαρών 54 | Πόλη | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗwww.kathimerini.gr/859666/article/politismos/polh/to-spiti-ths-odoy-yarwn-54
ΜΑΡΩ ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΗ - ΑΔΑΜΗ*
- ΕΤΙΚΕΤΕΣ: Γράμμα από την πόλη μου14.05.2016
Στον αριθμό 54 της οδού Ψαρών
στέκεται ακόμα ολόρθο το σπίτι που γεννήθηκα.
Ενα διώροφο νεοκλασικό με ημιυπόγειο και αυλή στο πίσω μέρος.
Χτίστηκε στο γύρισμα του αιώνα, από τον αδελφό της προγιαγιάς μου και απόφοιτο του Σχολείου των Τεχνών, Παράσχο Μ. Καρδαμίτση. Το 1908 δόθηκε ως προικώο στη γιαγιά μου, και το 1939 πέρασε με τον ίδιο τρόπο στη μητέρα μου. Το 1951 πουλήθηκε.
Στο σπίτι αυτό έζησα τα πιο όμορφα ίσως χρόνια της ζωής μου. Χρόνια που με σημάδεψαν και με έκαναν να είμαι αυτή που είμαι σήμερα. Θυμάμαι ακόμα να περνά απ’ έξω η χορταρού, ο ψαράς και κάθε βράδυ ο γιαουρτάς. Είχα το δικό μου κεσέ που έγραφε απ’ έξω «Μάρω», ή μάλλον δύο κεσέδες για να εναλλάσσονται, το ίδιο και η αδελφή μου, γιατί η μητέρα μου φοβόταν τη φυματίωση.
Τις Απόκριες περνούσε απ’ έξω το γαϊτανάκι, η γκαμήλα και ο ξυλοπόδαρος, που τον φοβόμουνα πολύ γιατί έφθανε στο ύψος του μπαλκονιού του ορόφου και μπορούσε να με πιάσει. Κάθε πρώτη του Μάρτη περνούσε κι ένας γεράκος με το δίχρωμο κόκκινο - άσπρο κορδόνι και μας έδενε στο χεράκι το «Μάρτη» για να μη μας κάψει ο ήλιος.
Πίσω στην αυλή έπιναν το καφεδάκι τους ο παππούς και η γιαγιά, κάτω από τη συκιά, δίπλα στα βασιλικά. Η τελευταία έχυνε λίγο καφέ στο πιατάκι και μου έδινε να πιω. Αυτό ο γιατρός μου σήμερα μού είπε ότι λέγεται «εθισμός». Ε, και! Και να σκεφθείς ότι ενώ συχνά έψηνα εγώ τον καφέ στο μπρίκι, ποτέ δεν μου πέρασε από τον νου να πιω από το φλιτζάνι. Μόνο από το πιατάκι.
Τα απογεύματα έπαιζα στην πλατεία του Αγίου Παύλου κι έτρεχα να φιλήσω το χέρι του παπα-Αντρέα που με είχε βαφτίσει και παρεμπιπτόντως ήταν ο παππούς του Αλέκου του Φασιανού. Με τον Αλέκο βαφτιστήκαμε δηλαδή στην ίδια κολυμπήθρα.
Το σπίτι της οδού Ψαρών πουλήθηκε στην Εθνική Τράπεζα το 1951 και από τότε δεν είχα ξαναπάει να το δω. Φαντάσου, λοιπόν, την έκπληξή μου όταν παραμονή Χριστουγέννων του 2014 μου τηλεφώνησε ένας κύριος, ο κύριος Γιάννης Ζωχιός, και με ρώτησε αν ήθελα να πάω να το δω. Ηταν ο νέος ιδιοκτήτης ή σωστότερα ο αντιπρόσωπος των νέων ιδιοκτητών της Ο.ΚΕ.ΣΑ. (Ομοσπονδία Κερκυραϊκών Συλλόγων Αττικής) των νέων ιδιοκτητών.
Η έκπληξη και η συγκίνηση ήταν μεγάλη. Λίγες μέρες μετά ξαναμπήκα στο «σπίτι» μου, ανέβηκα τις σκάλες, μπήκα στο «δωμάτιό» μου με το φως του ήλιου μπαίνοντας από τις γρίλιες να σχηματίζει τις ίδιες σκιές όπως τότε, είδα ξανά τη «φούσκα» στην κουζίνα, τον μικρό εξώστη από όπου χάζευα τον ξυλοπόδαρο.
Στο ισόγειο στην κάμαρα της γιαγιάς, εκεί όπου έμαθα να γράφω και να διαβάζω στον τοίχο απέναντι από το τραπέζι, τα σημάδια από τα κάδρα και τις φωτογραφίες (αυτά που σήμερα έχω και εγώ στο σπίτι μου) ήταν εκεί. Ατόφια. Λίγο πιο βρώμικα ίσως, λίγο πιο γκρίζα, αλλά ήταν εκεί. Κανείς δεν είχε κατοικήσει στο δωμάτιο αυτό από το 1951.
Τι θησαυρό, Θεέ μου, κρύβει η Αθήνα, τι μαγική πολιτεία που είναι. Χρωστάω στο σπίτι μου πολλές ακόμα επισκέψεις, το υποσχέθηκα στην αδελφή μου, θέλω να το δείξω πριν να είναι αργά στα παιδιά μου και τα εγγόνια μου.
Και βέβαια οφείλω να τηρήσω την υπόσχεση που έδωσα στον κ. Ζωχιό και να βοηθήσω στη μελέτη αποκατάστασής του.
Η ιστορία του «σπιτιού» μου (από τότε έζησα σε αρκετά άλλα διαμερίσματα πολυκατοικιών, αλλά τι τα θες, «σπίτι» μου είναι μόνο η μονοκατοικία της οδού Ψαρών) είναι ίδια με την ιστορία πολλών ακόμα νεοκλασικών που στέκονται όρθια σε κάποιες κατοικίες και μικροαστικές γειτονιές της Αθήνας. Είναι η ιστορία της πόλης μας.
* Η κ. Μάρω Καρδαμίτση - Αδάμη είναι αρχιτέκτων, ομότιμος καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και υπεύθυνη Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη.
Ενα διώροφο νεοκλασικό με ημιυπόγειο και αυλή στο πίσω μέρος.
Χτίστηκε στο γύρισμα του αιώνα, από τον αδελφό της προγιαγιάς μου και απόφοιτο του Σχολείου των Τεχνών, Παράσχο Μ. Καρδαμίτση. Το 1908 δόθηκε ως προικώο στη γιαγιά μου, και το 1939 πέρασε με τον ίδιο τρόπο στη μητέρα μου. Το 1951 πουλήθηκε.
Στο σπίτι αυτό έζησα τα πιο όμορφα ίσως χρόνια της ζωής μου. Χρόνια που με σημάδεψαν και με έκαναν να είμαι αυτή που είμαι σήμερα. Θυμάμαι ακόμα να περνά απ’ έξω η χορταρού, ο ψαράς και κάθε βράδυ ο γιαουρτάς. Είχα το δικό μου κεσέ που έγραφε απ’ έξω «Μάρω», ή μάλλον δύο κεσέδες για να εναλλάσσονται, το ίδιο και η αδελφή μου, γιατί η μητέρα μου φοβόταν τη φυματίωση.
Τις Απόκριες περνούσε απ’ έξω το γαϊτανάκι, η γκαμήλα και ο ξυλοπόδαρος, που τον φοβόμουνα πολύ γιατί έφθανε στο ύψος του μπαλκονιού του ορόφου και μπορούσε να με πιάσει. Κάθε πρώτη του Μάρτη περνούσε κι ένας γεράκος με το δίχρωμο κόκκινο - άσπρο κορδόνι και μας έδενε στο χεράκι το «Μάρτη» για να μη μας κάψει ο ήλιος.
Πίσω στην αυλή έπιναν το καφεδάκι τους ο παππούς και η γιαγιά, κάτω από τη συκιά, δίπλα στα βασιλικά. Η τελευταία έχυνε λίγο καφέ στο πιατάκι και μου έδινε να πιω. Αυτό ο γιατρός μου σήμερα μού είπε ότι λέγεται «εθισμός». Ε, και! Και να σκεφθείς ότι ενώ συχνά έψηνα εγώ τον καφέ στο μπρίκι, ποτέ δεν μου πέρασε από τον νου να πιω από το φλιτζάνι. Μόνο από το πιατάκι.
Τα απογεύματα έπαιζα στην πλατεία του Αγίου Παύλου κι έτρεχα να φιλήσω το χέρι του παπα-Αντρέα που με είχε βαφτίσει και παρεμπιπτόντως ήταν ο παππούς του Αλέκου του Φασιανού. Με τον Αλέκο βαφτιστήκαμε δηλαδή στην ίδια κολυμπήθρα.
Το σπίτι της οδού Ψαρών πουλήθηκε στην Εθνική Τράπεζα το 1951 και από τότε δεν είχα ξαναπάει να το δω. Φαντάσου, λοιπόν, την έκπληξή μου όταν παραμονή Χριστουγέννων του 2014 μου τηλεφώνησε ένας κύριος, ο κύριος Γιάννης Ζωχιός, και με ρώτησε αν ήθελα να πάω να το δω. Ηταν ο νέος ιδιοκτήτης ή σωστότερα ο αντιπρόσωπος των νέων ιδιοκτητών της Ο.ΚΕ.ΣΑ. (Ομοσπονδία Κερκυραϊκών Συλλόγων Αττικής) των νέων ιδιοκτητών.
Η έκπληξη και η συγκίνηση ήταν μεγάλη. Λίγες μέρες μετά ξαναμπήκα στο «σπίτι» μου, ανέβηκα τις σκάλες, μπήκα στο «δωμάτιό» μου με το φως του ήλιου μπαίνοντας από τις γρίλιες να σχηματίζει τις ίδιες σκιές όπως τότε, είδα ξανά τη «φούσκα» στην κουζίνα, τον μικρό εξώστη από όπου χάζευα τον ξυλοπόδαρο.
Στο ισόγειο στην κάμαρα της γιαγιάς, εκεί όπου έμαθα να γράφω και να διαβάζω στον τοίχο απέναντι από το τραπέζι, τα σημάδια από τα κάδρα και τις φωτογραφίες (αυτά που σήμερα έχω και εγώ στο σπίτι μου) ήταν εκεί. Ατόφια. Λίγο πιο βρώμικα ίσως, λίγο πιο γκρίζα, αλλά ήταν εκεί. Κανείς δεν είχε κατοικήσει στο δωμάτιο αυτό από το 1951.
Τι θησαυρό, Θεέ μου, κρύβει η Αθήνα, τι μαγική πολιτεία που είναι. Χρωστάω στο σπίτι μου πολλές ακόμα επισκέψεις, το υποσχέθηκα στην αδελφή μου, θέλω να το δείξω πριν να είναι αργά στα παιδιά μου και τα εγγόνια μου.
Και βέβαια οφείλω να τηρήσω την υπόσχεση που έδωσα στον κ. Ζωχιό και να βοηθήσω στη μελέτη αποκατάστασής του.
Η ιστορία του «σπιτιού» μου (από τότε έζησα σε αρκετά άλλα διαμερίσματα πολυκατοικιών, αλλά τι τα θες, «σπίτι» μου είναι μόνο η μονοκατοικία της οδού Ψαρών) είναι ίδια με την ιστορία πολλών ακόμα νεοκλασικών που στέκονται όρθια σε κάποιες κατοικίες και μικροαστικές γειτονιές της Αθήνας. Είναι η ιστορία της πόλης μας.
* Η κ. Μάρω Καρδαμίτση - Αδάμη είναι αρχιτέκτων, ομότιμος καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και υπεύθυνη Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου